Παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών από τον Οικονομολόγο – Λογιστή, κ. Ανδρέα Πετρίδη, στο Governet.gr.
Οι καλοκαιρινοί μήνες είναι οι μήνες που οι περισσότερες επιχειρήσεις χορηγούν στο προσωπικό τους την ετήσια κανονική τους άδεια.
Με αφορμή την καλοκαιρινή περίοδο, στο κείμενο που ακολουθεί, θα βρείτε πληροφορίες για τις ημέρες και τις αποδοχές αδείας, καθώς και για τον τρόπο τήρησης του βιβλίου αδειών.
Γενικές Πληροφορίες
Οι διατάξεις της νομοθεσίας, που αφορούν στην ετήσια άδεια των εργαζομένων, είναι υποχρεωτικής εφαρμογής, με συνέπεια να μην επιτρέπεται και να είναι άκυρη κάθε αντίθετη ρητή ή σιωπηρή συμφωνία, καθώς και η παραίτηση του εργαζόμενου από τις σχετικές αξιώσεις για τη λήψη της ετήσιας άδειάς του.
Κατά τη διάρκεια της ετήσιας άδειας απαγορεύεται η απόλυση του εργαζόμενου.
Η περίοδος της καραντίνας, κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κορωνοϊού Covid-19, καθώς και τα διαστήματα αναστολής της εργασίας, δεν επηρεάζουν την υποχρέωση των επιχειρήσεων για τη χορήγηση της ετήσιας άδειας στους εργαζομένους.
Ετήσια Κανονική Άδεια
Ο νόμος 539/1945, όπως ισχύει σήμερα, καθορίζει σχετικά με τον τρόπο, τον χρόνο, τις αποδοχές και τις προϋποθέσεις χορήγησης της ετήσιας κανονικής άδειας των εργαζομένων.
Κάθε μισθωτός, ο οποίος συνδέεται με σύμβαση εξαρτημένης σχέσης εργασίας ορισμένου ή αορίστου χρόνου, δικαιούται να λάβει ετήσια άδεια με αποδοχές από την έναρξη της απασχόλησής του στην επιχείρηση.
Επιπλέον της άδειας, σύμφωνα με την παρ.16 του αρ.3 του Ν.4504/1966, οι μισθωτοί με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, σε οποιονδήποτε εργοδότη, δικαιούνται κατ’ έτος και επιδόματος αδείας ίσου προς το σύνολο των αποδοχών αδείας αναπαύσεως, υπό τον περιορισμό ότι το επίδομα αυτό δεν δύναται να υπερβαίνει τις αποδοχές ενός 15νθημέρου, για τους αμειβόμενους με μηνιαίο μισθό, και των 13 εργάσιμων ημερών για όσους μισθωτούς αμείβονται με ημερομίσθιο. Το ως άνω επίδομα καταβάλλεται μαζί με τις αποδοχές αδείας του μισθωτού.
Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 4 του Α.Ν. 539/1945 (όπως τροποποιήθηκε και ισχύει), η κανονική άδεια θα πρέπει να χορηγείται από τον εργοδότη κατά τέτοιον τρόπο, ώστε να έχει εξαντληθεί έως την 31η Δεκεμβρίου έκαστου ημερολογιακού έτους, ακόμη και εάν δεν έχει ζητηθεί από τον εργαζόμενο.
Σύμφωνα με τη σχετική νομολογία, σε περίπτωση μη χορήγησης από τον εργοδότη, λόγω υπαιτιότητάς του (άρνηση, πταίσμα, αμέλεια κ.λπ.), της άδειας που δικαιούται ο εργαζόμενος εντός του ημερολογιακού έτους (ή εντός της προβλεπόμενης χρονικής διάρκειας συμβάσεως ορισμένου χρόνου), ο εργοδότης υποχρεούται να καταβάλλει σ’ αυτόν τις αντίστοιχες αποδοχές αδείας με προσαύξηση 100%.
Οι ως άνω διατάξεις, περί αδείας, ισχύουν για το σύνολο των εργαζομένων, συμπεριλαμβανομένων και των εργαζομένων ορισμένου χρόνου, καθώς δεν υφίσταται, πλέον, βασικός χρόνος αναμονής για τη θεμελίωση δικαιώματος ετήσιας άδειας με αποδοχές.
Ημέρες Κανονικής Αδείας
Η άδεια χορηγείται από τον εργοδότη αναλογικά (ποσοστό), με βάση το χρονικό διάστημα που απασχολήθηκε ο εργαζόμενος στον εργοδότη αυτόν. Η αναλογία της χορηγούμενης άδειας υπολογίζεται βάσει ετήσιας αδείας 20 εργάσιμων ημερών επί πενθημέρου εβδομαδιαίας εργασίας και 24 εργασίμων ημερών επί εξαήμερου, η οποία αντιστοιχεί σε 12 μήνες συνεχούς απασχόλησης.
Ο εργοδότης υποχρεούται μέχρι τη λήξη του πρώτου ημερολογιακού έτους, εντός του οποίου προσελήφθη ο μισθωτός, να χορηγήσει τμηματικά την ετήσια κανονική άδεια με αποδοχές, η οποία αναλογεί στον χρόνο απασχόλησής του στην υπόχρεη επιχείρηση.
Κατά το δεύτερο ημερολογιακό έτος, ο μισθωτός δικαιούται να λάβει την ετήσια κανονική άδεια με αποδοχές, η οποία αναλογεί στον χρόνο απασχόλησής του στην υπόχρεη επιχείρηση και υπολογίζεται όπως ανωτέρω. Η άδεια αυτή επαυξάνεται κατά μία (1) εργάσιμη ημέρα για κάθε έτος απασχόλησης επιπλέον του πρώτου, μέχρι τις είκοσι έξι (26) εργάσιμες ημέρες σε περίπτωση εξαήμερης εβδομαδιαίας εργασίας ή μέχρι τις είκοσι δύο (22) ημέρες αν στην επιχείρηση εφαρμόζεται σύστημα πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας.
Κατά το τρίτο ημερολογιακό έτος, καθώς και τα επόμενα, ο μισθωτός δικαιούται να λάβει ολόκληρη την ετήσια άδειά του και σε κάθε χρονικό σημείο του έτους αυτού.
Υπολογισμός ημερών αδείας
Για να υπολογισθούν οι ημέρες αδείας, που έχει λάβει ο εργαζόμενος, λαμβάνονται υπόψη μόνο οι εργάσιμες ημέρες που βρίσκεται εκτός εργασίας. Δεν λαμβάνονται υπόψη οι Κυριακές (και το Σάββατο στο πενθήμερο σύστημα), καθώς και οποιαδήποτε αργία πιθανόν να υπάρχει στο συγκεκριμένο διάστημα (π.χ. ημέρα του Δεκαπενταύγουστου). Ούτε οι ημέρες ασθένειας προσμετρούνται.
Αν, λοιπόν, υπάρχει αργία ή ασθένεια κατά τη διάρκεια της άδειας, τότε η άδεια μετατίθεται ανάλογα.
Χρόνος λήψης των ημερών κανονικής αδείας
Ο χρόνος που χορηγείται η άδεια, κατά τα πρώτα δύο έτη της εργασιακής σχέσης, προκύπτει μετά από συνεννόηση εργοδότη και εργαζομένου. Ο εργαζόμενος δικαιούται αναλογία αδείας (τμήματα της άδειας) άμεσα από την πρόσληψή του.
Από το τρίτο έτος και μετά, η άδεια θα πρέπει να χορηγείται κατά βάση ολόκληρη, αν και ο νόμος καθορίζει τις προϋπόθεσης κατάτμησής της. Ο εργαζόμενος θα πρέπει να λάβει την άδεια του μετά από συνεννόηση με τον εργοδότη, αλλά μέσα σε 2 μήνες από την ημέρα που την αιτήθηκε. Οι μισοί τουλάχιστον απασχολούμενοι μίας επιχείρησης θα πρέπει να λάβουν την κανονική τους άδεια μέσα στο χρονικό διάστημα από 1η Μαΐου έως 30 Σεπτεμβρίου.
Η κανονική άδεια χορηγείται υποχρεωτικά μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του κάθε έτους. Δεν επιτρέπεται η μεταφορά οφειλόμενων ημερών αδείας στο επόμενο έτος. Αν για οποιοδήποτε λόγο ο εργοδότης, παρόλο που αποδεδειγμένα επιδίωξε τη χορήγηση της αδείας, αυτή δεν χορηγήθηκε για αντικειμενικούς λόγους (π.χ. ασθένεια του μισθωτού τον Δεκέμβριο που είχε προγραμματιστή η ετήσια άδειά του), θα πρέπει να αποζημιώσει τον εργαζόμενο.
Κατάτμηση των ημερών κανονικής αδείας
Κατά κανόνα, η άδεια αναπαύσεως των μισθωτών χορηγείται ολόκληρη, άπαξ του έτους. Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται η κατάτμηση της αδείας, με βάση τις προϋποθέσεις που ορίζονται από το Άρθρο 7 του Ν. 549/1977 που κύρωσε το Άρθρο 7 της ΕΓΣΣΕ 26.1.1977, όπως τροποποιήθηκε με τον νόμο 3846/2010.
Είναι επιτρεπτή από τον εργοδότη η κατάτμηση του χρόνου αδείας, εξαιτίας ιδιαίτερα σοβαρής ή επείγουσας ανάγκης, που προκύπτει στο πλαίσιο της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης. Η κατάτμηση μπορεί να γίνει σε δύο περιόδους εντός του αυτού ημερολογιακού έτους. Η πρώτη περίοδος της άδειας, που χορηγείται με αυτόν τον τρόπο, δεν μπορεί να είναι μικρότερη των έξι (6) εργάσιμων ημερών επί εξαημέρου εβδομαδιαίας εργασίας και των πέντε (5) εργάσιμων ημερών επί πενθημέρου ή δώδεκα (12) εργάσιμων ημερών, εάν πρόκειται για ανήλικο εργαζόμενο.
Αν το επιθυμεί ο εργαζόμενος και για τον λόγο αυτόν αιτηθεί στον εργοδότη εγγράφως, μπορεί να γίνει κατάτμηση σε περισσότερα τμήματα, με την προϋπόθεση ότι ένα τουλάχιστον από αυτά θα είναι διάρκειας τουλάχιστον 10 εργάσιμων ημερών (12 για εξαήμερο). Οι σχετικές αιτήσεις, όπως και το βιβλίο αδειών του κάθε έτους, θα πρέπει να φυλάσσονται και να είναι διαθέσιμα σε οποιονδήποτε έλεγχο.
Αποδοχές Κανονικής Άδειας και Επιδόματος Αδείας
Κατά τη διάρκεια της άδειάς του, ο εργαζόμενος δικαιούται να λάβει ως αποδοχές τα χρήματα, που θα λάμβανε αν απασχολούνταν κανονικά για τις συγκεκριμένες ημέρες. Κατά συνέπεια, για τον υπολογισμό των συνολικών αποδοχών αδείας, θα πρέπει να υπολογισθούν αρχικά οι ημέρες αδείας που δικαιούται ο εργαζόμενος και στη συνέχεια, τί αποδοχές θα ελάμβανε, αν τελικά τις συγκεκριμένες ημέρες είχε δουλέψει. Θα πρέπει, κατά τον υπολογισμό, να λαμβάνονται υπόψη όχι μόνο ο συμφωνηθείς μισθός, αλλά και όσες λοιπές αποδοχές καταβάλλονται τακτικά και μόνιμα στον εργαζόμενο, ώστε να είναι βέβαιο ότι θα τις λάμβανε αν απασχολείτο το συγκεκριμένο διάστημα της άδειας του.
Το επίδομα αδείας ακολουθεί τον υπολογισμό των αποδοχών αδείας, με τον περιορισμό ότι δεν μπορεί να ξεπεράσει τις αποδοχές ενός 15μέρου για τους μισθωτούς και των 13 εργάσιμων ημερών για τους ημερομίσθιους. Θα πρέπει να τονισθεί ότι το επίδομα αδείας, όπως και η ίδια η άδεια, υπολογίζονται αρχικά με βάση την εργασιακή σχέση. Αν, λοιπόν, στη διάρκεια του έτους ένας εργαζόμενος αποχωρήσει και επαναπροσληφθεί, αυτό θα οδηγήσει σε δύο
υπολογισμούς αδείας και, κατά συνέπεια, δύο υπολογισμούς επιδόματος αδείας.
Προσαύξηση της ετήσιας κανονικής άδειας λόγω προϋπηρεσίας
Το άρθρο 6 της ΕΓΣΣΕ 2000-2001 αναφέρει: «Από 1/1/2000, εργαζόμενοι, που έχουν συμπληρώσει υπηρεσία 10 ετών στον ίδιο εργοδότη ή προϋπηρεσία 12 ετών σε οποιοδήποτε εργοδότη και με οποιαδήποτε σχέση εργασίας, δικαιούνται άδεια 30 εργάσιμων ημερών, αν εφαρμόζεται σύστημα εξαήμερης εβδομαδιαίας εργασίας ή 25 εργασίμων ημερών, αν εφαρμόζεται σύστημα πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας».
Βιβλίο Αδειών
Με τις διατάξεις του άρθρου 4 του νόμου 539/1945, εισήχθη η υποχρέωση τήρησης, εκ μέρους του εργοδότη, βιβλίου αδειών. Με το άρθρο 53 του ν.4611/2019 αντικαθίσταται το βιβλίο αδειών, καθώς και η η υποβολή του εντύπου Ε11 «Γνωστοποίηση στοιχείων ετήσιας κανονικής άδειας», με την ηλεκτρονική αναγγελία της χορηγήσεως της αδείας «έως και μία ώρα μετά την έναρξη πραγματοποίησής της». Ωστόσο, η υπουργική απόφαση που ορίζει ο ν.4611/2019 δεν έχει βγει, με αποτέλεσμα να ισχύουν οι υποχρεώσεις για την τήρηση του βιβλίου αδειών.
Σύμφωνα με τον νόμο, όλες οι επιχειρήσεις που απασχολούν προσωπικό με σχέση εξαρτημένης εργασίας, οφείλουν να τηρούν χειρόγραφα ή μηχανογραφικά βιβλίο αδειών, στο οποίο καταχωρούνται οι μισθωτοί και οι ημέρες αδείας που έλαβαν κάθε φορά (συνολικά ή τμηματικά με κατάτμηση), καθώς και οι αποδοχές τους και το επίδομα αδείας που δικαιούνται.
Το ειδικό βιβλίο, το οποίο μπορεί να τηρείται και σε μορφή μηχανογραφημένων σελίδων, πρέπει να αναγράφει τα στοιχεία της επιχείρησης, την ένδειξη «Βιβλίο Αδειών» και να περιλαμβάνει τις παρακάτω στήλες:
- Ονοματεπώνυμο μισθωτών,
- Ημερομηνία πρόσληψης,
- Αριθμός δικαιούμενων ημερών αδείας,
- Χρονολογία έναρξης άδειας,
- Χρονολογία λήξης χορηγηθείσας αδείας,
- Αποδοχές αδείας,
- Επίδομα αδείας.
Ειδικώς, οι αποδοχές αδείας και το επίδομα αδείας συμπληρώνονται, στο σύνολό τους, μέχρι το τέλος του σχετικού ημερολογιακού έτους λήψης της κανονικής άδειας.
Τα ανωτέρω στοιχεία πρέπει να είναι στη διάθεση των Επιθεωρητών Εργασίας του Σ.ΕΠ.Ε., που ασκούν τον έλεγχο και την εποπτεία της εφαρμογής του παρόντος.
Στην περίπτωση που η επιχείρηση απασχολεί προσωπικό εκτός από την κεντρική της εγκατάσταση και σε άλλον χώρο (υποκατάστημα, γραφείο, αποθήκη), θα πρέπει να τηρεί χωριστό βιβλίο αδειών για την κάθε εγκατάσταση, το οποίο, με τη σειρά του, θα πρέπει να είναι διαθέσιμο σε οποιονδήποτε έλεγχο από το Σ.ΕΠ.Ε.
Μπορεί να τηρείται χειρόγραφα ή μηχανογραφικά σε ξεχωριστές σελίδες (με τη βοήθεια προγραμμάτων λογισμικού μισθοδοσίας ή σε απλό excel). Το χειρόγραφο βιβλίο θα πρέπει να περιέχει από πριν τις κατάλληλες στήλες για τη
συμπλήρωση των στοιχείων. Στην περίπτωση των εκτυπωμένων σελίδων, πρακτικά μπορεί να γίνεται εκτύπωση των
στοιχείων ταυτότητας των εργαζομένων που απασχολούνται και τα λοιπά στοιχεία να συμπληρώνονται, επίσης, χειρόγραφα στη διάρκεια του έτους. Οι μηχανογραφημένες σελίδες μπορούν, επίσης, να έχουν τη μορφή ημερολογίου και να συμπληρώνονται ανά ημέρα.
Από τη σημερινή νομοθεσία δεν υπάρχει υποχρέωση λήψης υπογραφής από τους εργαζόμενους, ωστόσο, για να αποφεύγονται διενέξεις σε σχέση με τον αριθμό των ημερών αδείας που χορηγήθηκαν, καλό είναι να ζητείται η υπογραφή του εργαζόμενου.
Ο εργοδότης θα πρέπει να εξασφαλίζει την τήρηση του βιβλίου αδειών με οποιοδήποτε τρόπο (χειρόγραφο ή μηχανογραφημένο) και να το επιδεικνύει σε περίπτωση ελέγχου.