Η παροχή υπηρεσιών ή εργασίας ή προμήθειας με Απόδειξη Επαγγελματικής Δαπάνης

ΠΟΛ 1004 /2013 Θέμα: Παροχή οδηγιών για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 1 της υποπαραγράφου Ε1 της παραγράφου Ε του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (ΦΕΚ Α’ 222) περί του «Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών».

Όταν ιδιώτης ο οποίος δεν έχει κάνει έναρξη επαγγέλματος σε Δ.Ο.Υ., και  δε χαρακτηρίζεται ότι ασκεί ελευθέριο επάγγελμα, παρέχει υπηρεσίες ευκαιριακά και όχι κατά σύστημα σε επιχείρηση η αμοιβή που αναλογεί, ανεξαρτήτου ύψους – ποσού, θα καταβληθεί με την έκδοση Απόδειξης Επαγγελματικής Δαπάνης. Από την 1/1/2014 η απόδειξη επαγγελματικής δαπάνης έχει μετονομαστεί σε “Τίτλο κτήσης” και σύμφωνα με τον Ν. 4172/2013 για να χαρακτηριστεί κάποια υπηρεσία ως μη επαναλαμβανόμενη θα πρέπει ανά εξάμηνο να έχει παρασχεθεί έως και δύο φορές.

Η Απόδειξη Επαγγελματικής Δαπάνης είναι αθεώρητη και εκδίδεται από τον φορέα (π.χ. ΔΕΥΑ, κοινωφελής επιχείρηση κλπ). Από την καταβαλλόμενη αμοιβή, θα παρακρατηθεί φόρος 20%  ο οποίος πρέπει να αποδοθεί στην αρμόδια Δ.Ο.Υ., καθώς και χαρτόσημο – Ο.Γ.Α χαρτοσήμου 3,6% επί της αμοιβής.

Από 1/1/2015 το όριο ποσού αμοιβών που μπορεί να λάβει κάποιος αθροιστικά ανά έτος με Απόδειξη Επαγγελματικής Δαπάνης ή τίτλο κτήσης είναι 10.000,00 ευρώ.

Ο Ν. 4093/2012 (Κ.Φ.Α.Σ), θέτει ιδιαίτερες προϋποθέσεις για την έκδοση της απόδειξης επαγγελματικής δαπάνης και την παροχή της υπηρεσίας με αυτή τη διαδικασία, γι αυτό θα πρέπει να ελεγχέται κάθε φορά αν η συγκεκριμένη υπηρεσία τηρεί τις προϋποθέσεις που θέτει ο Κ.Φ.Α.Σ.

Ένα σημαντικό ζήτημα που πρέπει να ελέγχεται από τον φορέα σχετικά με την υπηρεσία που παρέχεται και τιμολογείται με απόδειξη επαγγελματικής δαπάνης είναι το αν υπάγεται σε ασφαλιστικές εισφορές. Αν λάβουμε υπόψη μας ότι, ως βασική αρχή του ασφαλιστικού και εργατικού δικαίου, καμία εργασία δεν πρέπει να είναι ανασφάλιστη τότε και η εργασία που παράσχεται και τιμολογείται με Απόδειξη Επαγγελματικής Δαπάνης υπάγεται σε ασφαλιστικές εισφορές Ι.Κ.Α. ή σε ασφάλιση στον Ο.Α.Ε.Ε.

Σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 3 του Ν. 4093/2012 (Κ.Φ.Α.Σ.): “Δεν είναι υπόχρεοι απεικόνισης συναλλαγών τα φυσικά πρόσωπα με εξαίρεση τους ελεύθερους επαγγελματίες, τα οποία, ευκαιριακά και ως παρεπόμενη απασχόληση, πωλούν προϊόντα ή παρέχουν υπηρεσίες για τις οποίες εκδίδονται στοιχεία από τον αντισυμβαλλόμενο”.

Η παρ. 2 του άρθρου 3 της ΠΟΛ 1004/4.1.2013 θέτει τις προϋποθέσεις που θα πρέπει αθροιστικά να ισχύουν για τα φυσικά πρόσωπα που δεν είναι υπόχρεοι απεικόνισης συναλλαγών (εξαιρουμένων αυτών που ασκούν ελευθέριο επάγγελμα σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 48 του ν. 2238/1994 π.χ. γιατροί, δικηγόροι κλπ).  “….Παράγραφος 2. Μη υπόχρεοι απεικόνισης συναλλαγών. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής, οι μη υπόχρεοι απεικόνισης συναλλαγών είναι φυσικά πρόσωπα (με εξαίρεση αυτούς που ασκούν ελευθέριο επάγγελμα κατονομαζόμενο στην παράγραφο 1 του 48 του ν. 2238/1994, όπως γιατροί, δικηγόροι, λογιστές, μηχανικοί κ.λπ.) και υπό τις ακόλουθες αθροιστικά προϋποθέσεις: • Η ευκαιριακή άσκηση παρεπόμενης δραστηριότητας, πώλησης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών. Ως ευκαιριακή παρεπόμενη δραστηριότητα χαρακτηρίζεται η δραστηριότητα που ασκείται όχι κατά σύστημα και αποδεικνύεται από πραγματικά γεγονότα, τα οποία κρίνονται από τον αρμόδιο προϊστάμενο Δ.Ο.Υ. Τέτοια πραγματικά γεγονότα αποτελούν ιδίως η συνέχεια ή μη της άσκησης της δραστηριότητας αυτής, η ύπαρξη ιδιαίτερης επαγγελματικής εγκατάστασης, η ύπαρξη ιδιαίτερου εξοπλισμού και μηχανικών μέσων για την παροχή των υπηρεσιών αυτών και γενικότερα εάν η παροχή των υπηρεσιών αυτών έχει τα χαρακτηριστικά της οργανωμένης επιχείρησης. • Ο αντισυμβαλλόμενος προς στον οποίο παρέχεται η υπηρεσία ή πωλούνται τα αγαθά πρέπει να είναι πρόσωπο που έχει υποχρέωση να εκδίδει στοιχείο προβλεπόμενο από τις διατάξεις του Κ.Φ.Α.Σ. για τις πράξεις αυτές, δηλαδή πρόσωπο υπόχρεο του Κ.Φ.Α.Σ. ή πρόσωπο της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του Κώδικα αυτού. Αυτός που έστω και ευκαιριακά παρέχει υπηρεσίες ή πωλεί αγαθά σε ιδιώτες είναι υπόχρεος του Κ.Φ.Α.Σ Ο χαρακτηρισμός του πιο πάνω προσώπου ως μη υπόχρεου για τις εν λόγω ευκαιριακές πράξεις δεν συναρτάται από το ύψος της αμοιβής του ή από την αξία των πωλούμενων αγαθών. Τονίζεται ότι λαμβανομένου υπόψη ότι η διάταξη αυτή αναφέρεται στον χαρακτηρισμό προσώπου ως μη υπόχρεου, δεν καταλαμβάνει το φυσικό πρόσωπο που ήδη είναι υπόχρεο εφαρμογής του Κ.Φ.Α.Σ. και παράλληλα ευκαιριακά παρέχει άλλες υπηρεσίες ή πωλεί άλλα αγαθά. Αλλά πρόσωπα μη υπόχρεα εφαρμογής των διατάξεων του Κ.Φ.Α.Σ. είναι: α) Ο αγρότης του ειδικού καθεστώτος των διατάξεων των άρθρων 41 και 42 του Φ.Π.Α. και το εισόδημά του από την άσκηση της δραστηριότητάς του αυτής προσδιορίζεται στη Φορολογία Εισοδήματος με αντικειμενικό τρόπο. Έτσι υπόχρεοι εφαρμογής είναι ο αγρότης: αα) του κανονικού καθεστώτος συμπεριλαμβανομένων και αυτών που προαιρετικά επέλεξαν το καθεστώς αυτό αβ) αυτός που πωλεί τα αγαθά του στη λαϊκή αγορά και μόνο για την πώληση αυτή β) ο συγγραφέας και ο εισηγητής δημόσιος ή ιδιωτικός υπάλληλος ή συνταξιούχος, εφόσον βέβαια δεν είναι υπόχρεος εφαρμογής του Κ.Φ.Α.Σ. για άλλη δραστηριότητα.”

 

Share